
Καλλιτεχνική Εκτίμηση
Το έργο αποτυπώνει την ομιχλώδη ατμόσφαιρα του Τάμεση, όπου η εμβληματική γέφυρα Charing Cross προβάλλει ως μια απλή σιλουέτα απέναντι από τον εδυμουνάκι ουρανό. Οι πινελιές του Μονέ προκαλούν μια αίσθηση ονειρεμένης ροής; οι κλωστές του χρώματος ενώνονται αρμονικά και δημιουργούν ένα χαλί από μπλε, μωβ και ώχρα. Το λαμπερό νερό αντανακλά υποδειγματικά φθαρμένα σημάδια πορτοκαλί ενός ηλιοβασιλέματος, ενώ οι δομές στο παρασκήνιο φαίνονται απαλά ασυντόνιστες, ενισχύοντας την εθνολογικά όψη της σκηνής. Αυτή η εσκεμμένη αοριστία καλεί τους θεατές να χαθούν στη διάθεση της ζωγραφιάς, σχεδόν σαν να στέκονται στην ακτή του ποταμού, αναπνέοντας τον δροσερό αέρα γεμάτο ψίθυρους της πόλης, με την ήπια κρούση του νερού να αντηχεί στην απόσταση.
Όσον αφορά την τεχνική, η εφαρμογή του ιμπάστου από τον Μονέ προσθέτει μια υφή που είναι αισθητή, η οποία χαρίζει ζωή στη σκηνή. Η αλληλεπίδραση του φωτός και της σκιάς εξισορροπεί την επιφάνεια του νερού, δημιουργώντας δυναμικές αντανακλάσεις – την ίδια την ουσία του ιμπρεσιονισμού. Ιστορικά, αυτή η πτυχή δημιουργήθηκε κατά την περίοδο που το Λονδίνο ζούσε την εκβιομηχανισμένη εποχή, αλλά ο Μονέ καταφέρνει να συλλάβει μια στιγμή ήρεμης ομορφιάς ανάμεσα στην επερχόμενη αστικοποίηση. Το έργο είναι μια απόδειξη της ικανότητάς του να διασχίζει το χρόνο κι τον τόπο, προσκαλώντας σε συλλογισμούς τόσο για τη φύση όσο και για τις ανθρώπινες δομές, κάνοντάς μας να αισθανθούμε το βάρος της ιστορίας ενόσω ζούμε μια στιγμή ήσυχης μοναξιάς.